εὐρυοδίνης

εὐρυοδίνης
εὐρυοδίνης,
A f.l. for ἀργυροδίνης in Orac. ap. Str.1.3.8, 12.2.4.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ευρυοδίνης — εὐρυοδίνης, ὁ (Α) (για ποταμό) αυτός που σχηματίζει πλατιές δίνες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ * + δινης (< δίνη), πρβλ. βαθυ δίνης, καλλι δίνης. Το ο συνδετικό φωνήεν, αναλογικά προς άλλα σύνθετα τού ευρυ με β συνθετικό που άρχιζε από ο ] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”